Temporary Disabled. :) please Go back διάρκεια - Βικιλεξικό www.fgks.org » Address: [go: up one dir, main page] Include Form Remove Scripts Accept Cookies Show Images Show Referer Rotate13 Base64 Strip Meta Strip Title Session Cookies διάρκεια Από Βικιλεξικό Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση Πίνακας περιεχομένων 1 Νέα ελληνικά (el) 1.1 Ετυμολογία 1.2 Προφορά 1.3 Ουσιαστικό 1.3.1 Συγγενικά 1.3.2 Πολυλεκτικοί όροι 1.3.3 Μεταφράσεις 1.4 Αναφορές Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία] ↓ πτώσεις ενικός πληθυντικός ονομαστική η διάρκεια οι διάρκειες γενική της διάρκειας& διαρκείας των διαρκειών αιτιατική τη διάρκεια τις διάρκειες κλητική διάρκεια διάρκειες Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά Ετυμολογία [επεξεργασία] διάρκεια < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή διάρκεια < αρχαία ελληνική διαρκής & σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική durée [1] Προφορά[επεξεργασία] ΔΦΑ : /ˈði̯aɾ.ci.a/ & /ˈðʝaɾ.ci.a/ τυπογραφικός συλλαβισμός : δι‐άρ‐κει‐α Ουσιαστικό[επεξεργασία] διάρκεια θηλυκό η χρονική συνέχεια κατά την οποία συντελείται κάτι ↪ Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού είχα πολύ άγχος. η έκταση ενός συνεχούς χρονικού διαστήματος ↪ Η ταινία έχει διάρκεια 93 λεπτά. → δείτε τη λέξη διαρκείας (γενική): που έχει πολλή διάρκεια και δεν έχει ισχύ μόνο για μια φορά ↪ εισιτήριο διαρκείας (γραμματική) για τους χρόνους του ρήματος που δηλώνουν συνέχεια → και δείτε εξακολουθητικός χρόνος (μουσική, για νότα ή παύση) αξία → και δείτε τον όρο σύζευξη διαρκείας Συγγενικά[επεξεργασία] διαρκώς διαρκώ διαρκής Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία] εισιτήριο διαρκείας Μεταφράσεις[επεξεργασία] διάρκεια αγγλικά : duration (en) γαλλικά : durée (fr) γερμανικά : Dauer (de) ισπανικά : duración (es) Αναφορές[επεξεργασία] ↑ διάρκεια - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας Κατηγορίες: Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'θάλασσα' (νέα ελληνικά)Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'θάλασσα' και με λόγια γενική ενικού -ας (νέα ελληνικά)Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)Νέα ελληνικάΟυσιαστικά (νέα ελληνικά)Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)Γραμματική (νέα ελληνικά)Μουσική (νέα ελληνικά)Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά) Μενού πλοήγησης Προσωπικά εργαλεία Δίχως ΣύνδεσηΣελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IPΣυνεισφορέςΔημιουργία λογαριασμούΣύνδεση Ονοματοχώροι ΣελίδαΣυζήτηση Ελληνικά Προβολές ΑνάγνωσηΕπεξεργασίαΠροβολή ιστορικού Περισσότερα Αναζήτηση Πλοήγηση Κύρια ΣελίδαΠρόσφατες αλλαγέςΚατηγορίεςΔημιουργήστε!Ζητήστε!Βικιδημία - TalkΣελίδες συζήτησηςΝέες σελίδεςΤυχαία σελίδαΒοήθειαΠρότυπαΔωρεές Εργαλειοθήκη Συνδέσεις προς εδώΣχετικές αλλαγέςΕπιφόρτωση αρχείουΕιδικές σελίδεςΣταθερός σύνδεσμοςΠληροφορίες σελίδαςΠαραπομπή αυτής της σελίδαςΛάβετε συντομευμένη διεύθυνση URLΛήψη κωδικού QR Εκτύπωση/εξαγωγή Δημιουργία βιβλίουΚατέβασμα ως PDFΕκτυπώσιμη έκδοση Άλλες γλώσσες EnglishFrançais
διάρκεια θηλυκό