wrist
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- wrist < αγγλοσαξονικά wrist < πρωτογερμανική *wristiz
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]wrist (en)